Στην καθιερωμένη ετήσια εκδήλωση «Ημέρα Μνήμης Ζαγορίου» για να τιμηθεί η μνήμη των θυμάτων της ναζιστικής θηριωδίας και η επέτειος καταστροφής των χωριών του, κεντρικός ομιλητής ήταν ο κ. Χρήστος Τζώρτζης, Επίκουρος Καθηγητής του  Διεθνούς Πανεπιστημίου της Ελλάδας. Ο κ. Τζώρτζης, ο οποίος κατάγεται από το Γρεβενίτι,  μίλησε με θέμα: «Ημέρα μνήμης Ζαγορίου στο Γρεβενίτι: Το πλαίσιο και το νόημα της θυσίας».

Απόσπασμα της ομιλίας φιλοξενήθηκε στο συνολικό κείμενο για τις εκδηλώσεις που πραγματοποιήθηκαν την Κυριακή 1η Ιουλίου στο Γρεβενίτι. Ολόκληρη την  ομιλία του κ. Τζώρτζη παραθέτουμε σήμερα:

ΧΡ. ΤΖΩΡΤΖΗΣ ΟΜΙΛΗΤΗΣ

ΕΚΠΡΟΣΩΠΟΙ ΑΡΧΩΝ-ΚΑΤΟΙΚΟΙ

«Αγαπητοί κ.κ.  προσκεκλημένοι, Αγαπητοί συγχωριανοί

Με συγκίνηση, αλλά και δέος, δέχτηκα την πρόσκληση του Δήμου Ζαγορίου  να πω λίγα λόγια  για την ημέρα μνήμης, που γιορτάζουμε κάθε χρόνο στον τόπο μαρτυρίου των εκτελεσθέντων από τα γερμανικά στρατεύματα συγγενών και συγχωριανών μας.  Δεν έχω σκοπό να σας κουράσω, άλλωστε τα λόγια καμιά φορά ωχριούν μπροστά στις μεγάλες αλήθειες και τις μεγάλες θυσίες.  Θα μου επιτρέψετε μόνο να τοποθετήσω τα γεγονότα στο ευρύτερο ιστορικό τους πλαίσιο, και να επιχειρήσω να βγάλω κάποια συμπεράσματα για τα νόημα της σημερινής ημέρας, για εμάς και τα παιδιά μας.  

Αρχές του 20ου αιώνα, το Ζαγόρι, όπως και η ευρύτερη περιοχή, είναι ακόμη υπό οθωμανική κυριαρχία. Συνηθίζεται η μετανάστευση των αντρών μέσα στα γεωγραφικά όρια της οθωμανικής αυτοκρατορίας, ιδίως στη Ρουμανία, τη Μικρά Ασία και την Αμερική, με σκοπό να πλουτίσουν, να «καζαντίσουν» όπως λέμε, και να φέρουν πίσω στα χωριά ότι καλύτερο, υλικά και πνευματικά, συναντούσαν στο δρόμο τους. Σημαντική και η συνεισφορά ντόπιων ευεργετών αλλά και ανθρώπων των γραμμάτων Αξίζει να σημειωθεί μεταξύ των 531 καταγεγραμμένων Ηπειρωτών Ευεργετών από Τουρκοκρατίας μέχρι το 1989, οι 131 είναι Ζαγορίσιοι, εκ των οποίων 3 συγκαταλέγονται στους Μεγάλους Εθνικούς Ευεργέτες[1].

Το Γρεβενίτι, μιας και βρισκόμαστε εδώ,  το 1913 είχε 1250 κατοίκους, όλοι σχεδόν μορφωμένοι, καθώς υπήρχε μικτό νηπιαγωγείο, παρθεναγωγείο, δημοτικό και Ελληνικό Σχολείο αρρένων, που όμως είχαν υποστεί σοβαρές ζημιές από τους Τούρκους [2]. Με την απελευθέρωση, οι δρόμοι του εμπορίου έκλεισαν. Όμως τα χωριά μας ακμάζουν. Ενδεικτικά 27 χρόνια ελευθέριας, έστω με μόνο 18 από αυτά ειρηνικά,  αξιοποιώντας τη μακροχρόνια παράδοση και το ανθρώπινο μας δυναμικό, κατέστησαν το Ζαγόρι, αλλά και το Γρεβενίτι ειδικότερα, μια ακμάζουσα κοινότητα, με σημαντικό πληθυσμό και πλούτο, και αρχοντικά με εξαιρετική αρχιτεκτονική. Ενδεικτικά το 1940 υπήρχαν νηπιαγωγείο, Δημοτικό, Ημιγυμνάσιο και οικοτροφείο. Επίσης, Αστυνομία, Δασική Υπηρεσία, ταχυδρομείο, ταμιευτήριο, τηλεφωνικό κέντρο, περιοδεύον ειρηνοδικείο, και Ιατρείο.

Όμως τα γρανάζια του χρόνου και της ιστορίας ήταν σε κίνηση. Η Ευρώπη σε αναβρασμό. Αν ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος δεν άγγιξε ιδιαίτερα τα χωριά μας, δεν ισχύει το ίδιο για το 2ο. Σύντομα βρεθήκαμε στο επίκεντρο των συγκρούσεων, τόσο κατά την επίθεση των Ιταλών το 1940, όταν οι αλπινιστές της μεραρχίας Τζούλια έφτασαν μέχρι τη Βωβούσα, και αποκρούστηκαν από το λόχο του λοχαγού Αν. Παππά, όσο και αργότερα, όταν μαζική ήταν η συμμετοχή των Ζαγορίσιων στην αντίσταση. Η φιλειρηνική τους φύση, δεν αποτέλεσε ανασταλτικό παράγοντα, όταν αντιμετώπισαν τη διπλή γερμανική και ιταλική κατοχή. Κατάφεραν να καταστήσουν δύσκολη για τους κατακτητές τη σύνδεση Ιωαννίνων-Θεσσαλονίκης με συχνές ενέδρες και διαρκή παρενόχληση των συγκοινωνιών και των μεταφορών τους.

Πίσω στη μεγάλη εικόνα, ο πόλεμος, από τη μάχη του Στάλινγκραντ, αρχές του 1943 και μετά, δεν πηγαίνει πλέον καλά για τον άξονα. Οι μάχες στο ανατολικό μέτωπο ιδιαίτερα σκληρές. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση μιας επίλεκτης γερμανικής μεραρχίας ορεινών καταδρομών. Της διαβόητης μεραρχίας Εντελβάις. Η μάχες που δίνει προσπαθώντας να φτάσει στην περιοχή του Καυκάσου δεν έχουν τίποτα από τη δόξα και τη στρατιωτική τιμή που διαβάζουμε στα βιβλία. Είναι μάχες σώμα με σώμα, βάρβαρες, απάνθρωπες. Οι καταδρομείς σταδιακά αποκτηνώνονται, χάνουν κάθε αίσθηση ανθρωπιάς και αξιοπρέπειας. Όταν πια το παιχνίδι μοιάζει οριστικά χαμένο, με ήττες σε όλα τα μέτωπα, καλούνται να περάσουν στη βαλκανική χερσόνησο, αφενός για να αντιμετωπίσουν πιθανή συμμαχική απόβαση στην Ελλάδα, αφετέρου για να συντρίψουνε το διογκούμενο αντάρτικο και παρτιζάνικο κίνημα. Από οπού περνάνε αφήνουν ερείπια και νεκρούς, όχι μόνο αντάρτες ή αιχμάλωτους όπως τους 2200 Ιταλούς της μεραρχίας «Άκουι» τον Σεπτέμβρη του 1943 στην Κεφαλονιά, μα και αμάχους, γυναίκες και παιδιά. Οι τοπικοί πληθυσμοί αντιμετωπίζονται ως υπάνθρωποι. Τα αντίποινα για κάθε πράξη αντίστασης είναι συντριπτικά. Η δράση τους στυγερή, τόσο στη Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία, όσο ιδίως στη χώρα μας. Γνωστές στο πανελλήνιο οι περιπτώσεις των Καλαβρύτων, του Δίστομου, του Χορτιάτη, του Κομμένου, των Λιγκιάδων.

Λιγότερο γνωστές, αλλά όχι λιγότερο αποκρουστικές οι περιπτώσεις των μαρτυρικών χωριών του Ζαγορίου. Και πώς να μην ήταν άλλωστε; Όταν την πιο σκοτεινή ώρα της νύχτας  τολμάς να υψώνεις ανάστημα στο θηρίο, να διατηρείς αντάρτικες ομάδες, στρατιωτικό νοσοκομείο και να αψηφάς τη φήμη της διαβόητης μεραρχίας Εντελβάις, είναι βέβαιο πως το τίμημα θα είναι βαρύ. Οι Έλληνες όμως σπάνια λογαριάσαμε στην ιστορία μας το τίμημα, και πολλές φορές δώσαμε έμπρακτα το παράδειγμα πως «του αντρειωμένου ο θάνατος, θάνατος δε λογιέται».

Ο απολογισμός; Συντριπτικός. Τόσο σε ανθρώπινες ζωές, ακόμη και βρέφη, όσο και σε εγκαταστάσεις, υποδομές, σπίτια, και υλικά αγαθά. Ο κατακτητές, ότι δεν μπόρεσαν να αρπάξουν το έκαψαν. Εκεί που υπήρχε μια ακμάζουσα κοινότητα, μείνανε μόνο αποκαΐδια. Το Γρεβενίτι πλήρωσε το βαρύτερο φόρο αίματος αλλά και σε υλικές απώλειες: 23 από τους 63 νεκρούς, και 297 από τα 1364 πυρπολημένα σπίτια συνολικά στο ανατολικό Ζαγόρι.

Φυσικά ο εμφύλιος, μετά την αποχώρηση των Γερμανών, δε βοήθησε καθόλου την κατάσταση. Η μοίρα των χωριού λες και σφραγίστηκε. Όμως ο σπόρος της θυσίας σιγά σιγά βλάστησε. Το χωριό ξαναχτίστηκε, κι αν δεν έχει ακόμη σχεδόν τίποτε από την παλιά του αίγλη, έχει εμάς, τους απόγονους της γενιάς που δέχτηκε την απρόσμενη μπόρα και άντεξε.

Οι αυτόπτες μάρτυρες σιγά σιγά χάνονται. Ο αείμνηστος πατέρας μου, μόλις που θυμόταν τον εαυτό του, 4 χρονών, να εκλιπαρεί τη μάνα του για λίγο ψωμάκι, όταν οικογενειακώς είχαν καταφύγει στο δάσος για να γλιτώσουν τη μανία των Γερμανών. Για τα παιδιά μας, όλα αυτά μοιάζουν μακρινά. Ίσως καλύτερα: η απόσταση δίνει στη ματιά την ψύχραιμη αντικειμενικότητα που χρειάζεται για να βγουν εποικοδομητικά συμπεράσματα.

Χρέος μας, αυτά τα ειρηνικά χρόνια, να σταθούμε στο ύψος της παρακαταθήκης και όταν παραδώσουμε τη σκυτάλη στις επερχόμενες γενιές να τους δώσουμε και κίνητρο να επαναλάβουν, στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον, τους άθλους των προ-παππούδων τους. Να γυρίσουν όλη τη γη και να φέρουν πίσω στο χωριό τα καλύτερα, υλικά και πνευματικά. Να γίνει ο τόπος μας και πάλι ένας πυρήνας δημιουργικότητας, αρχοντιάς και πνευματικότητας.

Μπορεί οι πληγές να είναι ακόμη ανοιχτές, για την βίαιη καταστροφή, την ατιμωρησία των ενόχων, τις παρελκυστικές τακτικές σε σχέση με τις αποζημιώσεις, όμως αποστολή μας είναι να συνεχίζουμε να χτίζουμε όσα μας γκρέμισαν, με ή χωρίς τη συνδρομή τους. Αυτή είναι η νίκη της ανθρωπιάς, της αγάπης, της δημιουργικότητας, απέναντι στο μίσος, τη μισαλλοδοξία και την απληστία.       

Η αλήθεια, ετυμολογικά είναι αντίθετη της λήθης, για αυτό, χρέος μας είναι να μη ξεχνάμε. Γιατί αν ξεχάσουμε, η θυσία των αγαπημένων μας νεκρών θα αποδειχθεί μάταια.

Ας είναι Αιωνία η μνήμη τους». 

 

  1. https://zagori-up.blogspot.com/2018/01/531-1989-131-3-1.html
  2. Χρίστου Δ. Ρογκότη, Το Γρεβενίτι στην αντίσταση, Δεκέμβρης
  3. Χέρμαν-Φρανκ Μάγερ, Αιματοβαμμένο Εντελβάις τόμοι Α+Β, Η 1η ορεινή μεραρχία, το 22ο ορεινό σώμα στρατού και η εγκληματική δράση τους στην Ελλάδα 1943-1944. Εστία, 2009.