Όλα τα χωριά της περιοχής του Ζαγορίου είναι μονοκεντρικά. Το μεσοχώρι (πλατεία) του χωριού είναι το κέντρο, φύσει και θέσει, του χωριού. Είναι το όριο που διαχωρίζει το χωριό σε πάνω και κάτω μαχαλά. Εκεί κοντά βρίσκεται συνήθως η κεντρική εκκλησία του χωριού, τα καφενεία και το σχολείο του χωριού. Εκεί οδηγούν όλα τα σοκάκια, όλα τα πετρόκτιστα καλντερίμια.
Σε κάθε μεσοχώρι υπάρχει και ένας πλάτανος, κανόνας για κάθε Ζαγοροχώρι. Κάτω από το δροσερό του ίσκιο πραγματοποιούνται όλες οι πολιτιστικές εκδηλώσεις με αποκορύφωμα το πανηγύρι του χωριού.
Όλα τα μεσοχώρια είναι πλακόστρωτα με τα περισσότερα από αυτά να έχουν πεζούλια γύρω – γύρω καθώς και πεζούλι γύρω από τον πλάτανο.
Τα γεφύρια ήταν από τις κατασκευές που απαιτούσαν μεγάλη δεξιοτεχνία και το χτίσιμό τους αναλάμβαναν εξειδικευμένα συνεργεία μαστόρων, ως επί το πλείστον, από τα χωριά της Κόνιτσας και του Βοΐου. Οι μαστόροι αυτοί ονομαζόταν Κιοπρουλήδες από την τουρκική λέξη κιοπριού που σημαίνει γεφύρι.
Τα φυσικά χαρακτηριστικά της θέσης που επέλεγε ο πρωτομάστορας ήταν καθοριστικά για το χτίσιμο του γεφυριού. Προτιμούνται σημεία όπου οι δύο όχθες ήταν κοντά η μια στην άλλη και η τοποθεσία βραχώδης. Το χτίσιμο άρχιζε ταυτόχρονα και από τις δυο μεριές με τη βοήθεια ξύλινων σκαλωσιών. Όταν έφταναν στη μέση τοποθετούσαν την πέτρα «κλειδί» και το γεφύρι στερεωνόταν.
Για να αποφύγουν την υπερβολική πίεση του νερού στα μεσαία ακρόβαθρα (ποδάρια) των πολύτοξων γεφυριών κατασκεύαζαν σφηνοειδείς προβόλους για να διοχετεύουν το νερό κάτω από τις καμάρες. Πάνω στη γέφυρα, στο πλάι, υπήρχαν οι αρκάδες, όρθιες πέτρες που έπαιζαν το ρόλο προστατευτικού κιγκλιδώματος.