Γύρω από το Πάπιγκο και ιδιαίτερα στα βουνά Γκαμήλα και Αστράκα βρίσκονται εντυπωσιακά σπήλαια και βάραθρα, όπως:
η «Προβατίνα», βάθους 408 μ., ένα από τα μεγαλύτερα κατακόρυφα βάραθρα του κόσμου. Το βάραθρο δημιουργήθηκε από συνδυασμένη δράση νερού και πάγου. Χαρακτηριστικό είναι, ότι σε βάθος 180 μ. υπάρχει ένα μικρό πατάρι με πάγους, που δε λιώνουν ποτέ. Υπάρχει, επίσης, μια και μοναδική αίθουσα με μια μικρή λιμνούλα και αναμνηστικές πλακέτες από ελληνικές και ξένες αποστολές, που κρέμονται στα τοιχώματα.
Συγκεκριμένα το βάραθρο εντοπίστηκε για πρώτη φορά από Άγγλους σπηλαιολόγους, το 1965 (Cambridge University Caving Club). Πρώτος δοκίμασε να κατέβει με ανεμόσκαλες ο Άγγλος Jim Eyre (το 1966), ο οποίος έφτασε σε βάθος 156 m, οπού και του τελείωσαν οι ανεμόσκαλες. Την επόμενη χρονιά, οι Άγγλοι στρατιώτες χρησιμοποίησαν μηχανοκίνητο βαρούλκο και καλάθι με συρματόσκοινο για την κατάβαση σ’ αυτό. Η προσπάθειά τους έγινε σε δύο φάσεις, πρώτα , μέχρι το βάθος των -177 μ. το καλοκαίρι του 1967 και τέλος μέχρι τον πάτο του σπηλαίου (-408), το 1968. Πρώτοι σπηλαιολόγοι που επανέλαβαν την προσπάθεια με καθαρά σπηλαιολογικές τεχνικές ήταν οι Γάλλοι P. Sombardier και F. Poggia, το 1976.
Έκτοτε πολλές αποστολές έχουν κατέβει στο σπήλαιο, τόσο ξένες όσο και ελληνικές. Πρώτος Έλληνας που κατέβηκε ήταν ο Κώστας Ζούπης, ιδρυτικό μέλος του Σπηλαιολογικού Ελληνικού Εξερευνητικού Ομίλου (ΣΠ.ΕΛ.Ε.Ο), μέλος τότε της ΕΣΕ. Πολλές ακόμη ελληνικές και ακόμη περισσότερες ξένες αποστολές επισκέπτονται κάθε χρόνο το μεγαλειώδες βάραθρο. Το 1998, ο ΣΕΛΑΣ δοκίμασε να συνεχίσει την εξερεύνηση και επιχείρησε μια αναρρίχηση η οποία δεν απέδωσε μεγαλύτερο βάθος, έδωσε όμως μερικές μικρές αίθουσες ακόμη.
Το «Χάσμα του Έπους», κλιμακωτό βάραθρο, βάθους 451 μ.. Ο τρόπος δημιουργίας του είναι διαφορετικός από εκείνον της Προβατίνας. Κυρίαρχο στοιχείο είναι το νερό, αφού το σπήλαιο λειτουργεί σαν καταβόθρα και αποστραγγίζει τα νερά από το οροπέδιο. Υπάρχουν δύο διαφορετικές διαδρομές που μπορεί να ακολουθήσει κανείς, το Έπος I, με βάθος 451 μ. και το Έπος ΙΙ, με βάθος 340 μ.,
η «Τρύπα της Νύφης», συνολικού βάθους 340 μ.. Το σπήλαιο αυτό λειτουργεί σαν καταβόθρα όπως και το Έπος, αφού συλλέγει τα νερά της περιοχής. Αποτελείται από τρία μεγάλα βάραθρα p150 μ., p50 μ, p120 μ. Και δύο μικρά p10 μ. και p10 μ., που στο τέλος τους είναι τόσο στενά, που δε χωράς να περάσεις,
η «Γκαϊλότρυπα», βάθους 200 μ.
Πρόσφατα, από Γάλλους σπηλαιολόγους και σπηλαιολόγους του ΣΕΛΑΣ ανακαλύφθηκε ένα νέο βάραθρο, «η Τρύπα του Ορνίου», βάθους 610 μ., η εξερεύνηση του οποίου συνεχίζεται μέχρι σήμερα.